Πέμπτη 14 Μαΐου 2009

To τελευταίο ταξίδι του μάγου - αυτοκράτορα (μερος 4)

ΔΥΣΚΟΛΟΙ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ




"Ακούς ρε μαλάκα ; " ,είπε ο Κίρινταν , κοιτάζοντας λοξά προς την κατεύθυνση του δράκου . "Ακούω ρε φίλε ,ακούω... μπορώ να κάνω κι αλλιώς ;" , απάντησε ο Αγκάλακον , που είχε αρχίσει να βαριέται απίστευτα με την πολυλογία του μάγου . "Έτσι που λες !!! Καρκίνος στον πνεύμονα , και το έμαθα πριν δυο βδομάδες !!... Τον γαμάς το πούστη το γιατρό , ή δεν τον γαμάς ; Εγώ είχα όνειρα , εγώ είχα σχέδια!! Τώρα ήρθε η κολοαρρώστεια και μου τα γάμησε όλα !!! Έχω φρικάρει ρε συ , τι θα κάνω; Τί στο διάολο μπορώ να κάνω...;" , αποτελείωσε την πρότασή του ο μάγος , και για μία ακόμα φορά μέσα στην ίδια νύχτα , κατέρευσε μέσα σε λυγμούς , σαν να τη Μάρθα Βούρτση ,την πρώτη μέρα της περιόδου της. Ο δράκος , με φανερή αμηχανία , τον χάιδεψε συμπονετικά με τη τεράστια , κόκκινη πατούσα του , "Έλα ρε φίλε , μη κλαις τώρα...Δηλαδή, έρχομαι κι εγώ τώρα σε δύσκολη θέση να πούμε , πάρτο σαν άντρας ρε συ Κίρινταν..." . Ο Κίρινταν όμως , συνέχιζε να θρηνεί απαρηγόρητος , ενώ δάκρυα και μύξες έτρεχαν ποτάμι στην περιποιημένη του γενειάδα . " Ρε φίλε..." , συνέχισε ο Αγκάλακον , "Εντάξει , δεν θα πώ πως σε καταλαβαίνω, εμείς οι δράκοι δεν παθαίνουμε καρκίνους και μαλακίες ... Αλλά πρέπει να δεις τι θα κάνεις ρε μεγάλε, να πάρεις τα πάνω σου !! Κοίτα τον εαυτό σου, κουρέλι έχεις γίνει !!! " . "Και τί να κάνω ρε σύ ; " ακούστηκε σπασμένη η φωνή του βασιλιά , " Τί να κάνω ; Σε έξι μήνες , θα βλέπω τα κυπαρίσσια ανάποδα, να πούμε...Άει γαμήσου κι εσύ , κανείς δεν με καταλαβαίνει !!". Ο Αγκάλακον ήταν καλός ,ήταν χρυσός , αλλά για δύο πράγματα δεν φημιζόταν : για τις επιδόσεις του στον στίβο και την ψυχραιμία του , η οποία άρχισε πλέον να φθίνει ραγδαία . " Άκου να σου πώ ρε κουράδι!! " , είπε με την βραχνή αγριοφωνάρα του , " Δεν θα με ξυπνάς εμένα μες τη μαύρη νύχτα να πούμε , για να κάθεσαι και να μου κλαίς σαν αδερφούλα και να μου λές δεν σε καταλαβαίνω !!! Σύνελθε μαλάκα να μιλήσουμε , μήν σε πλακώσω στις σφαλιάρες όπως είσαι !!Δέν έχεις αρχίδια φίλε , λυπάμαι που στο λέω... " .Ο Κίρινταν σταμάτησε το γοερό του κλάμα, επιδεικνύοντας μια αλλαγή διάθεσης που αναλογή της, μόνο σε περσόνες κινηματογραφικών σχιζοφρενών μπορούσε να συναντήσει κανείς . " Γιατί μωρή σαύρα , έχεις εσύ;" , απάντησε ειρωνικά , αρπάζοντας την ευκαιρία να του το ξανακοπανήσει για εκατομμυριοστή φορά τα τελευταία χρόνια . Παραδόξως , αν και αφόρητα επεναλαμβανόμενο , το αστείο έπιασε . " Χαρ Χαρ Χαρ!!" έκανε ο δράκος , καθώς μια εύθυμη γκριμάτσα σχηματιζόταν στο τερατώδες του πρόσωπο. Το ηλίθιο γέλιο του τεράστιου ερπετού ήταν μεταδοτικό και σε λίγη ώρα οι δύο φίλοι γελούσαν υστερικά σαν βλαμμένοι . "Έτσι σε θέλω ρε καρντάση !! ", είπε ο Αγκάλακον , με ένα ανασήκωμα του κακάσχημου κεφαλιού του , " Βρήκες τον εαυτό σου να πούμε , που μου μυξόκλαιγες σαν καρακαηδόνα..." . "Εγώ τουλάχιστον έχω πούτσα και αρχίδια... " , επανέλαβε ο Κίρινταν , που είχε αρχίσει πλέον να το κουράζει , αλλά ο δράκος τον έγραψε σ'αυτά που δεν είχε και συνέχισε . "Ύστερα σου λέει, εμείς οι άντρες δεν ξέρουμε να διαχειριζόμαστε τα αισθήματά μας...Πάρτο παλικαρίσια ρε , ψηλά το κεφάλι!! Κάθεσαι και μου τα βάφεις μαύρα..." . " Ποιός το είπε αυτό ρε σύ ; " , απάντησε ο βασιλιάς . "Μιά πουτάνα μωρέ , μιά φεμινίστρια ." , είπε ο Αγκάλακον . " Έλεγε πως επειδή δεν έχω πουλί , χρησιμοποιώ την βία ως φαλλικό υποκατάστατο . Κατάλαβες , η μαλακισμένη ; Πήγε να μας την πεί κιόλας... " . "Και πού την συνάντησες εσύ ρε παπάρα την φεμινίστρια ; " ρώτησε ο μάγος απορημένος , "Πήγες σε καμμιά πορεία ; " είπε ρουθουνίζοντας ειρωνικά , μιάς και σιχαινόταν τις πορείες , οι οποίες κατα την γνώμη του δεν ήταν παρά μια θλιβερή μάζωξη άπλυτων μαλλίαδων , που περπάταγαν παρέα σαν τα ζόμπι και γκάριζαν ταυτόχρονα τις ίδιες μαλακίες . "Εσύ μου την έφερες ρε άχρηστε ,δεν θυμάσαι ; Τον τελευταίο καιρό σταμάτησες να βρίσκεις παρθένες και άρχισες να μου στέλνεις όλες τις κακογαμημένες . Αλλα εντάξει , δεν σου το κρατάω...Έκανε καλό μεζέ η καριόλα ..." απάντησε ο δράκος , χαιδεύοντας την φουσκωμένη του κοιλιά . "Ρε φίλε , ποτέ δεν το κατάλαβα αυτό... " άρχισε να λέει ο Κίρινταν, "Γιατί ρε 'συ θέλετε πάντα παρθένες ; Αφού ούτε τις γαμάτε , ούτε τις παντρεύεστε !! Τις τρώτε κι αυτές , όπως όλο το κόσμο . Τί σκατά με ταλαιπωρείς ;" . "Ρε φίλε, δεν καταλαβαίνεις , είναι θέμα πρωτοκόλλου και γοήτρου να πούμε..." είπε το ερπετό "Έτσι πάει , πού να σου εξηγώ τώρα , δεν θα καταλάβαινες..." . "Καλά , τέλος πάντων." συνέχισε ο μάγος σκεφτικός , " Όλα αυτά τα κόκαλα , δικά της είναι ; Γιατί , σαν πολλά μου φαίνονται.." . " Ποια, όλα αυτά ;" απάντησε ο δράκος , "Όοοοχι ρε μαλάκα , δεν είναι δικά της . Ειναιαιαια...Είναι ότι απέμεινε απο την τελευταία σειρά συμβασιούχων πυροσβεστών. ", βιάστηκε να απαντήσει , σκαλίζοντας ταυτόχρονα τη μύτη του με το τεράστιο νύχι του , διατελώντας σε φανερή αμήχανία . Ο Κίρινταν έμεινε ανέκφραστος για μια στιγμή . 'Υστερα, σαν να το σκέφτηκε καλύτερα , κούνησε πέρα δώθε το κεφάλι του σαν να αδυνατούσε να πιστέψει αυτό που άκουσε και αναπήδησε νευρικά στη θέση του . " Τί λες μωρή σαύρα , τί ξεστόμισες; Τους έφαγες όλους ρε καταβόθρα ; Τί θα πώ εγώ στις οικογένειές τους ρε βλαμμένε ; Παλιονεροχύτη!!Φαταούλα!!" . " Μή θυμώνεις ρε φίλε!!Πεεεες...Πές πως τους έστειλες για τσιγάρα , ξέρω ΄γω;..." , πέταξε τη κοτσάνα του ο Αγκάλακον . "Τί να έκανα ρε φίλε , αφού έληγε η σύμβασή τους!!Εσύ δεν τους είχες υποσχεθέι να τους μονιμοποιήσεις στη συνέχεια ;Έλα μαλάκα, σκάσε τώρα...Χάρη σου έκανα , που θα μου τάιζες τους χαραμοφάηδες , να πούμε..." . Το σκέφτηκε λίγο και πρόσθεσε , " Δεν είναι καλύτερα που ΜΟΥ τους τάισες ,εεεε ;Χεεεχεχεχεχε...", και το σαρκαστικό του γέλιο ενώθηκε με αυτό του βασιλιά σε ένα κρεσέντο ευθυμίας , που ο αντίλαλός του γρήγορα εξαπλώθηκε στην αχανή υπόγεια σπηλιά . "Είσαι ωραίος ρε μαλάκα , θα μου λείψεις..." , είπε ο Κίρινταν χαμογελώντας με συμπάθεια . " Γιατί ρε , πού θα πάς ; " ρώτησε ο δράκος με την απορία αποτυπωμένη στη σκατόφατσά του . "Φεύγω φίλε , παίρνω πούλο...Τά παρατάω όλα, πάω να γλεντήσω τη ζωή μου!!Όση μου απέμεινε δηλαδή... " , απάντησε ο μάγος , ενώ ένας κόμπος του ανέβηκε στο λαιμό . " Τί λές τώρα ρε θηρίο ; Σοβαρολογείς ; " , είπε ο Αγκάλακον , ξεχνώντας πως βασικά αυτός ήταν το θηρίο , και γουρλώνοντας έκπληκτος τις κατακόκκινες ματάρες του . " Φίλε ,το πήρα απόφαση , δεν τη παλεύω άλλο..." , απάντησε ο βασιλιάς κοιτώντας το κενό . " Τόσα χρόνια ξεσκίστηκα στη δουλειά . Για το λαό , να είναι ασφαλής , να μην τους λείπει τίποτα , να τρώνε , να γαμάνε και να πολλαπλασιάζονται σαν τις κατσαρίδες . Παλιομαλάκες...Και τί κατάλαβα; Με έφαγε το άγχος. Γαμήθηκα να διαβάζω , να παίρνω αποφάσεις , να τα βάζω με τις αμφιβολίες μου, μόνος , αργά το βράδυ . Απο οικογένεια ; Αρχίδια παππούλη!! Κουβαλιόντουσαν κάθε κυριακή για χορό στο παλάτι τα πουταναριά και μου κάναν κόρτε , και καλα πως με γουστάρανε , αλλα αφού είμαι μπάζο ρε φίλε , το ξέρω , δέν είμαι κανας μαλάκας να τη πατήσω . Για τα φράγκα σκάγανε μύτη όλες , οι παλιοκαρίολες ... Αν ήμουν κανας τσοπάνης κι έκανα πως τις γούσταρα εγώ , θα με στέλναν να γαμήσω καμμια προβατίνα καλύτερα , κι αυτή ακόμα μπορέι να μου έριχνε χιλόπιτα . Άσε που δεν προλάβαινα να ασχοληθώ και με γκόμενες , να πούμε . Όλο στραβές τυχαίνανε , πολύ δουλειά και δε συμμαζεύεται , τα ξέρεις..." . "Τα ξέρω ρε 'συ , τα ξέρω " είπε ο Αγκάλακον ,"Ήσουν μαλάκας όμως , έπρεπε να έχεις εκμεταλλευτεί τη θέση σου, φίλε!! ". Ο Κίρινταν τον κοίταξε για μιά στιγμή σκεφτικός και στη συνέχεια συγκατένευσε . " Έχεις δίκιο ρε μαλάκα , αλλα ξέρεις τι ; Τους νοιαζόμουν τους κακομοίρηδες!! Δεν ήθελα να πούμε , να υποφέρουν , τί μου φταίγε ο κόσμος στο κάτω κάτω; Είπα κι εγώ να κάνω τη δουλειά μου σωστά . Παπαριές !!! Με τίποτα δεν ευχαριστιόντουσαν !! Αποκεφάλιζα τους δολοφόνους , μου την έπεφτε η διεθνής αμνηστία , χαλάρωνα την αστυνόμευση , φωνάζανε οι "φιλήσυχοι πολίτες " (αρχίδια φιλήσυχοι ,if u ask me) , έβαζα φόρους , ξεσηκωνότανε ο κόσμος , τους χαμήλωνα , οι υπουργοί μου ζαλίζανε τα αρχίδια . Χάος μεγάλε , της πουτανας το κάγκελο , να μην ξέρεις απο πού να αρχίσεις!!" . "Τα ξέρω , τα ξέρω ..." , είπε το ερπετό , καταπνίγοντας ένα χασμουρητό . "Και στο τέλος, το κερασάκι στην τούρτα : ειμαι άρρωστος φίλε!! Σε έξι μήνες πάει!! Αποχαιρετώ τα εγκόσμια !!Γκέημ όβερ!!! Γκόυντ μπάη μπλού σκάη , που λένε και οι πίνκ φλόυντ!!" . " Ποιοί ;!!" έκανε να ρωτήσει ο δράκος , αλλά ο Κίρινταν δεν το βούλωνε με τίποτα . " Θα πεθάνω μαλάκα , και τί θα έχω κάνει που να το έχω ευχαριστηθεί εγώ; ε , τι ;ΤΙ;Θα σου πώ φίλε : ΤΙΠΟΤΑ ΑΠΟΛΥΤΩΣ , ΤΙΠΟΤΑ!!! . Έτσι απλά , τίποτα. Μιά ζωή , για τους άλλους , για μένα ,τίποτα ... " . " Έχεις δίκιο ρε μεγάλε , καλά τα λές ..." , ακούστηκε σαν γνώριμη επωδός , η απάντηση του δράκου . " Γιαυτό σου λέω φίλε ,στα αρχίδια μου...Θα τα βροντήξω όλα και θα πάω ταξιδάκι . Να γνωρίσω κόσμο , να πάω σε κανα πάρτυ , να πιώ κι εγώ τα ξυδάκια μου , να πώ τις μαλακίες μου σαν άνθρωπος , να περάσω μια φορά καλά πρίν τα τινάξω . Τί λες ; Τη γνώμη σου ήθελα , γιαυτό ήρθα να σε βρώ απόψε , για να δώ τι νομίζεις κι εσύ . Στο τέλος τέλος , μόνο εσύ μου στάθηκες σαν φίλος , μόνο εσένα εμπιστέυομαι..." . "Να πάς ρε Κίρινταν , να πάς , το αξίζεις... " , ξεκίνησε ο Αγκάλακον , "Αλλά εγώ τί θα απογίνω ρε μαλάκα ; Κι εγώ μόνο εσένα έχω. Απο τους υπόλοιπους , οι μισοί με φοβούνται και οι άλλοι μισοί με σιχαίνονται . Με το που θα κάνεις πως βγάζεις το πόδι απ'την πόρτα , θα με έχουν κάνει βραστό στην κατσαρόλα " . Ο Κίρινταν του χαμογέλασε φιλικά και καθυσηχαστικά . " Ρε μπαγάσα , έτσι θα σε άφηνα ; Θα σε ξέχναγα νομίζεις ; Έννοια σου , και θα σου κάνω εγώ τέτοια καβάτζα , που θα την περνάς πούδρα για χρόνια. Με το που θα βγάλω το πόδι απο την πόρτα , όπως είπες , όλη η αυλή θα σκάσει μύτη εδω κάτω και θα σου γλύφει τα αρχίδια ...Που δέν έχεις!!" . Δεν κρατήθηκε και πρόσθεσε ο βασιλιάς . Για μία ακόμα φορά , το πολυκαιρισμένο και κατακουρασμένο αστείο-συνταξιούχος έπιασε τόπο και τα δυό τους ξεσκίστηκαν να γελάνε σαν ηλίθιοι , με την ίδια γνωστή μαλακία . "Αυτό ήταν λοιπόν ; Λέμε αντίο ; " είπε ο δράκος , ενώ ένα μεγάλο σαν κρυστάλλινο βάζο δάκρυ , που δεν μπορούσες να πέις αν ήταν απο τα γέλια που προηγήθηκαν ή απο λύπη για τον αποχωρισμό τους , λαμπύριζε στην άκρη του τεράστιου ματιού του . " Μάλλον φίλε, έτσι φαίνεται... Θα μου λείψεις..." . Είπε ο Κίρνταν , κοιτώντας τον στα μάτια . " Κι εμένα ρε φίλε.Θα σε αγκάλιαζα , αλλα φοβάμαι μήν σε πατήσω σα σκατό... " απάντησε ο Αγκάλακον με πειρακτική διάθεση , προσπαθώντας να κρύψει την λύπη του . Θα του έλειπε όντως αυτό το κοντοπίθαρο ανθρωπάκι με τη σάπια ψυχή , που είχε υπάρξει κολλητός του τόσα χρόνια . " Να φοβάσαι καλύτερα , μη σε πώ αδερφή!! Ακόυς εκεί , θα με αγκάλιαζες ..." , αντιγύρισε το πείραγμα ο Κίρινταν , κάνοντας πως δεν έτρεχε τίποτα , ενώ ένα κρύο χέρι του έσφιγγε άσπλαχνα την καρδιά . Θα ήθελε να πάρει το μαλάκα το δράκο μαζί του , γαμώ τις παρέες θα κάνανε , αλλα πού σκατά να τον κρύψει ; Θα φρίκαρε το σύμπαν με το που θα τους έβλεπε. Όχι , δεν θα μπορούσε να συμβεί . Ευχόταν μόνο καπως να τα έφερνε η ζωή και να τον ξανασυναντούσε , πράγμα δυστυχώς αμφίβολο . " Λοιπόν , σαύρα " , συνέχισε ο βασιλιάς , "σε αφήνω πρίν μας πάρουν τα ζουμιά. Πάω να τα κάνω όλα πουτάνα !!!Γουής μη λάκ!!" , αποτελείωσε την πρότασή του , πισωπατώντας πρός την έξοδο . "Στο καλό ρε αδερφούλα , να μου στέλνεις κάρτ ΠΟΥΣΤΑΛ!! , αστειέυτηκε ο αγκάλακον , φωνάζοντας τις τελευταίες λέξεις και προκαλώντας το γέλιο του βασιλιά που έφτανε ως εκεί απόμακρο , καθώς ο Κίρινταν είχε ήδη αρχίσει να ανεβαίνει τα σκαλία προς το παλάτι . "Να προσέχεις τον εαυτό σου αδερφέ...", αποτελείωσε την πρότασή του χαμηλόφωνα ο δράκος, κι απέμεινε πάλι μόνος μέσα στην σκοτεινή σπηλιά, που ξαφνικά έμοιζε ακόμα πιό κρύα και υγρή απ' ότι πρίν...

Ο Κίρινταν ανέβαινε ενθουσιασμένος τα σκαλιά , καθως η αυγή χάραζε κατακόκκινη πάνω απο τους πύργους της Άρμινας και η καινούγια μέρα ξεκινούσε λαμπρή και όμορφη στο βασίλειο του Ντόλ Κουαρθόλ . Το βήμα του ήταν γρήγορο και η διάθεσή του γαμάτη . " Σε λίγο, θα τις αφήσω πίσω μου όλες αυτές τις παπαριές " , σκεφτόταν και χαζογελούσε μόνος , σαν μικρό παιδί . Φτάνοντας μπροστά απο την πόρτα του πούστη θαλαμηπόλου (Αβάριελ ήταν το όνομά του όπως είπαμε και πρίν ) , χτύπησε με δύναμη λέγοντας : "ΞΥΠΝΑ ΜΩΡΗ ΛΟΥΓΚΡΗΤΙΑ!!ΠΑΛΙΟΠΟΥΣΤΗ!!ΣΗΚΩ ΠΑΝΩ ΜΩΡΗ ΛΟΥΛΟΥ!!". Περίμενε λίγο μέχρι να αντιληφθεί κάποιο σημάδι πως ο ξεφτιλισμένος κρατικός υπάλληλος είχε επιτέλους ξυπνήσει . Με το που άκουσε το κρεβάτι να τρίζει συνέχισε . "ΣΕ ΜΙΣΗ ΩΡΑ , ΘΕΛΩ ΟΛΗ ΤΗΝ ΑΥΛΗ ΝΑ ΣΤΕΚΕΤΑΙ ΣΟΥΖΑ ΣΤΗΝ ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΟΥ ΘΡΟΝΟΥ!!ΦΕΡΕ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΔΥΟ ΠΟΥ ΛΕΓΑΜΕ!!". Αφουγκράστηκε λίγο και μόλις άκουσε το πουστράκι να βαριανασαίνει αγχωμένο, έριξε και την τελευταία ατάκα . ''ΑΝ ΑΡΓΗΣΕΙ ΚΑΝΕΙΣ , ΘΑ ΣΕ ΡΙΞΩ ΣΤΑ ΟΡΚ ΝΑ ΣΕ ΠΗΔΗΞΟΥΝ ΟΜΑΔΙΚΑ , ΠΑΛΙΟΠΟΥΣΤΑ!! ΕΙΝΑΙ ΓΑΙΔΟΥΡΙΑ ΚΑΙ ΑΓΑΜΗΤΟΙ ΕΔΩ ΚΑΙ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ,ΘΑ ΠΕΤΑΞΕΙ ΣΠΙΘΕΣ ΤΟ ΚΩΛΟΤΡΥΠΙΔΙ ΣΟΥ ,ΑΧΡΗΣΤΕ ΠΙΣΩΓΛΕΝΤΗ!!ΤΣΑΚΙΣΟΥ ΝΑ ΤΑ ΕΤΟΙΜΑΣΕΙΣ ΟΛΑ!!ΑΝΤΕ , ΚΟΥΝΗΣΟΥ!!".Είπε , και συνέχισε να βαδίζει ανάλαφρα και χαμογελαστός , προς την αίθουσα του θρόνου . Ξαφνικά ,κάποια κακή τύχη οδήγησε στον δρόμο του βασιλιά τον Τέντρασιλ Κουθάλιον , του Βασιλείου και της Μαρίκας , αποτυχημένο , ΕΠΟΠ και χαραμοφάη , που γυρνούσε απο την χθεσινή ολονύκτια σκοπιά . Ξεπρόβαλλε απο μια γωνιά , κουρασμένος και ανυποψίαστος , μόλις όμως αντιλήφθηκε ποιόν ακριβώς αντίκρυζε, ο λοχιάκος γούρλωσε τα πρησμένα και κατακόκκινα ματάκια του και κοίταξε τον βασιλιά με δέος . "Άρχοντά μου!!" , έκανε να πεί , αλλά ο Κίρινταν τον έκοψε απότομα. " Άλλες δέκα μέρες φυλακή , γιατί έτσι μου καύλωσε!! " , δήλωσε ο μάγος και συνέχισε απρόσκοπτος τον δρόμο του . Σε λίγη ώρα έφτασε στην αίθουσα του θρόνου και έστρωσε την αριστοκρατική κωλάρα του του στην γνώριμη της θέση . "Ας έρθουν..." είπε χαμογελώντας ανατριχιαστικά .
"Και τώρα , θα γίνει της πουτάνας..."

3 σχόλια:

  1. "Αρχίδια παππούλη!"..
    Τελικά τα λένε καλά οι Πελοποννήσιοι, αν και μόνιμα θύματα του ψόγου και του χλευασμού σου χοντρούλη! :Ρ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. αν το έλεγα όπωςσ το έλεγαν οι πελλοπονήσιοι , θα έλεγα "Αρχιδγια παππουλιε" , εξυπνοπούλίεμ !!!:-p

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ενώ αν το έλεγες ως Βοιωτός, θα το εξέφραζες δια άναρθρων κραυγών, μιας και δεν έχετε κατέβει ακόμη από τα δέντρα!

    Εξυπνάκια σουβλακοφονιά..! :Ρ

    ΑπάντησηΔιαγραφή